· Είμαστε από το νόμο υποχρεωτικά μέλη Δικηγορικών Συλλόγων, χωρίς όμως να έχουμε εκχωρήσει ποτέ σε αυτούς βασικά συνταγματικά μας δικαιώματα, όπως το δικαίωμα στην ανάπτυξη της προσωπικότητάς μας (άρθρο 5) και το δικαίωμα στην εργασία (άρθρο 22).
· Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι είναι Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, που υπόκεινται στις διατάξεις του κοινού δικαίου (άρθρο 194 ΚωδΔ) και δεν νοείται να αναπτύσσουν πρακτικές απλής «συνδικαλιστικής οργάνωσης», κηρύσσοντας «αποχές» των μελών τους και αδιαφορώντας για το γεγονός ότι ο δικηγόρος είναι «συμπράττων λειτουργός της Δικαιοσύνης».
· Εξάλλου, η αποχή των δικηγόρων δεν συνιστά «απεργία» και δεν εμπίπτει στην προστασία του Συντάγματος, ενώ η μη συμμόρφωση των δικηγόρων προς τις σχετικές περί αποχής αποφάσεις δεν γεννά καμία πειθαρχική τους ευθύνη (Ολ ΣτΕ 2512/1997, Γνωμ ΑΠ 13/1991 εν συμβουλίω).
· Η «Ολομέλεια Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων» είναι ένα απλό συντονιστικό όργανο και εκ του νόμου δεν έχει αρμοδιότητα για την κήρυξη «αποχών» ερήμην των ίδιων των δικηγόρων, ενώ η ύπαρξη του οργάνου αυτού δεν θίγει την ανεξαρτησία και αυτοτέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας να αποφασίζουν ελεύθερα (βλ. άρθρο 206 ΚωδΔ).
· Βασικός σκοπός των Δικηγορικών Συλλόγων οφείλει να είναι η διασφάλιση ενός υψηλού επιπέδου άσκησης του λειτουργήματός των δικηγόρων και η αποτροπή επικράτησης του νόμου της ζούγκλας στην απονομή της Δικαιοσύνης, ενεργώντας πρωτίστως προς όφελός του κοινωνικού συνόλου. Συνεπώς, καμία σχέση με την αποστολή των Δικηγορικών Συλλόγων και τα πραγματικά συμφέροντα των δικηγόρων δεν έχουν οι συντεχνιακής έμπνευσης διεκδικήσεις και οι αλλεπάλληλες αποφάσεις για αποχές που τις συνοδεύουν.
· Η επιχειρηματολογία ότι «η επιβολή ΦΠΑ 23% στις δικηγορικές αμοιβές θα επιβαρύνει υπέρμετρα, σε βαθμό απαγορευτικό, την προσφυγή των πολιτών στη δικαιοσύνη», είναι προσχηματική, αντίθετη προς την αρχή της ισότητας των πολιτών και αντιφάσκει με την παράλληλη άρνηση των Δικηγορικών Συλλόγων στην κατάργηση των γεωγραφικών περιορισμών του λειτουργήματος, που αναγκάζουν τους πολίτες να καταβάλουν διπλή αμοιβή για την ίδια παράσταση στο Δικαστήριο.
· Είναι γενικώς υποκριτική η ρητορική περί ζημίας του κοινωνικού συνόλου από την κατάργηση των κατώτατων δικηγορικών αμοιβών, τη στιγμή που οι Δικηγορικοί Σύλλογοι αντιδρούν λυσσωδώς στην κατάργηση της υποχρεωτικής παράστασης στα συμβόλαια, θέτοντας υπό «κηδεμονία» τους πολίτες και αρνούμενοι το δικαίωμα του καθενός να αποφασίζει ελεύθερα εάν χρειάζεται ή όχι υπηρεσίες δικηγόρου.
· Είναι προφανές ότι οι πρακτικές αυτές οδηγούν στην παρέλκυση των δικών και επιδεινώνουν έτι περαιτέρω την υποβάθμιση της ήδη σοβαρά πάσχουσας Δικαιοσύνης
Για τους παραπάνω λόγους
Διαμαρτυρόμαστε για τις παράνομες και αντιδεοντολογικές περί αποχής αποφάσεις των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας και της Ολομέλειας των Προέδρων αυτών που ενέχουν υπέρβαση εξουσίας, καθότι παρακωλύουν τους δικηγόρους στην ελεύθερη άσκηση του δημόσιου λειτουργήματός τους, ενώ τους παρακινούν στην αθέτηση της υποχρέωσης αποδοχής κάθε δίκαιης και δεκτικής υπεράσπισης υπόθεσης των εντολέων τους ωθώντας τους στην παραμέληση της εκτέλεσης της εντολής που τους έχει ανατεθεί.
Καλούμε τους συναδέλφους δικηγόρους όλης της χώρας να αντιταχθούν στις παράνομες και αντιδεοντολογικές αυτές πρακτικές και υπενθυμίζουμε ότι η υπεράσπιση των πελατών μας αποτελεί υποχρέωση και δικαίωμά μας.
Αξιώνουμε να παύσουν οι Δικηγορικοί Σύλλογοι να αυθαιρετούν εις βάρος τόσο των πραγματικών συμφερόντων των δικηγόρων όσο και του κοινωνικού συνόλου.
Τέλος, καλούμε τις ηγεσίες των Δικηγορικών Συλλόγων να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων και να συναισθανθούν την ευθύνη που έχουν έναντι των μελών τους και του κοινωνικού συνόλου, να παύσουν να ενεργούν μόνο υπό το όραμα των προσεχών δικηγορικών εκλογών και να εγκαταλείψουν τις στείρες αναχρονιστικές συντεχνιακές λογικές, γιατί ΑΥΤΕΣ ΒΥΘΙΖΟΥΝ ΟΛΟ ΚΑΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΤΗ ΧΩΡΑ ΣΤΗΝ ΠΤΩΧΕΥΣΗ.